Μπορεί να φαίνεται ακμαίο και ζωντανό το «στολίδι των Κορακιών», το Μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου, αλλά χωρίς τη στήριξη και την αγάπη των κοσμικών που βρίσκονται συνεχώς κοντά του, κινδυνεύει να μαραζώσει από τη φτώχια. Γιατί εκεί, μέσα στους κατάφυτους διαδρόμους, τις ολάνθιστες αυλές που μοσχοβολούν και τα ασπρισμένα τοιχεία χτυπάει η καρδιά δεκάδων ανθρώπων που βρίσκονται κοντά και στηρίζουν με κάθε τρόπο τη Μονή των Καλογραιών, είναι μια καρδιά όχι μόνο Κορακιανή, αλλά και Χανιώτικη.
Σήμερα στο Μοναστήρι συμβαίνει μια μεγάλη αλλαγή με επίκεντρο το καθολικό του, τον ιερό ναό που «γυμνώθηκε» εντελώς από τα εξωτερικά και εσωτερικά του κονιάματα για να ξαναστηθεί όπως ήταν στην αρχική του μορφή, στα τέλη της Ενετοκρατίας. Κι αυτό αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ γεγονότα στο Δήμο Ακρωτηρίου. Σ’ αυτό συμφωνεί και ο Προϊστάμενος της Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Μιχάλης Ανδριανάκης. Αλλωστε υπο την επίβλεψη της υπηρεσίας του γίνεται η αναστήλωση του ναού:
«Στο Καθολικό της Μονής Προδρόμου στις Κορακιές είχε επισκευαστεί τα τελευταία χρόνια επανειλλημένα κι έτσι έδινε την εικόνα μιας μάλλον καινούργιας εκκλησίας. Από παλιά είχαμε συζητήσει με το Ηγουμενοσυμβούλιο για το τι μπορεί να γίνει για να ανακτήσει την αρχική της μορφή η εκκλησία, έτσι το Ηγουμενοσυμβούλιο αποφάσισε να προχωρήσει στις εργασίες αυτές που γίνονται από συνεργεία που επιλέξαμε εμείς με δαπάνες της μονής και υπάρχει και ένα μικρό συνεργείο της υπηρεσίας που εργάζεται εκεί.»
Το έργο προχωράει με μεγάλη προσοχή καθώς παρουσιάζει αρχαιολογικό ενδιαφέρον. Όπως μας λέει ο κ. Ανδριανάκης «από την καθαίρεση των κονιαμάτων προέκυψαν πάρα πολλά προβλήματα τα οποία δεν ήταν ορατά, και ως προς την αρχική μορφή του κτιρίου και ως προς την κατάσταση διατήρησης. Ως προς την αρχική μορφή του κτιρίου βρέθηκε μια καινούρια πόρτα, κάποια ανοίγματα, κάποιοι τάφοι στο εσωτερικό, η στέγη ήταν κάπως διαφορετική κι είχε κάποια φορτία μεταγενέστερα. Όλα αυτά τα έλαβε υπόψη της η μελέτη και θα γίνει η στερέωση και η αποκατάσταση του ναού όπως ήταν στην αρχική του μορφή.»
Οσο για τους τάφους, ο κ. Ανδριανάκης σημειώνει ότι «είναι είτε της οικογένειας των κτητόρων ή μοναχών της εποχής και πρέπει να πούμε ότι είναι αναμοχλευμένοι. Φαίνεται μετά την πυρπόληση της εκκλησίας που έγινε από τους τούρκους κατά την επανάσταση του 21, κάποια αντικείμενα που καταστράφηκαν τα πετάξανε μέσα στους τάφους μαζί με τα οστά και έτσι κατά τη συντήρηση μπορεί να βρούμε και κάποια παλιά κειμήλια».
Το έργο που γίνεται είναι μεγάλο και δύσκολο, κάτι που μπορούμε να διαπιστώσουμε βλέποντας το ναό από κοντά. Όμως, τα έξοδα για την ολοκλήρωσή του είναι μεγάλα.
«Η συνεργασία μας είναι εξαιρετική, τονίζει ό κ. Ανδριανάκης, το μοναστήρι όμως επειδή δεν είναι από τα πλούσια, κι επειδή οι εργασίες γίνονται με έξοδα του μοναστηριού, καλό θα ήταν, είτε οι τοπικοί φορείς όπως είναι ο Δήμος, είτε οι επιχειρηματίες της περιοχής, είτε ακόμη και ιδιώτες που γνωρίζουν κι αγαπούν το μοναστήρι, να συμβάλλουν στην προσπάθεια αυτή γιατί είναι σημαντική. Και είναι σημαντική γιατί πέραν του θρησκευτικού μέρους, είναι ένα σημαντικό μνημείο της όψιμης ενετοκρατίας που πρέπει να αναδειχθεί και είναι καλό γενικότερα και για την τοπική εκκλησία και για το Ακρωτήρι.»
Η οικονομική δυσχέρεια είναι τόση, ώστε να οδηγήσει την Ηγουμένη Αγαθαγγέλη της Μονής, να ζητήσει τη συνδρομή των κατοίκων των Κορακιών με προσωπικές της επιστολές. Μια συνδρομή που οφείλουμε όλοι στο Μοναστήρι και που θα μπορούσε στο όνομα όλων των δημοτών του Ακρωτηρίου να δοθεί μέσα από τα πολιτιστικά ή άλλα κονδύλια του Δήμου Ακρωτηρίου. Εξάλλου αυτή είναι η ουσιαστικότερη συμβολή που θα μπορούσε να έχει η Τοπική Αυτοδιοίκηση στον Πολιτισμό της περιοχής μας.
Το γυναικείο Μοναστήρι - Σύμβολο
των κρητικών αγώνων για την Ελευθερία
Η Μονή του Αγίου Ιωάννη στις Κορακιές υπήρχε από την εποχή της Ενετοκρατίας αλλά δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς ιδρύθηκε. Πριν από το 1645 η Μονή λειτουργούσε ως μονή Καλογραιών και σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις ονομαζόταν Μοναστήρι του Βήτα, αναφερόμενη πιθανώς στο όνομα του κτήτορα.
Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας λειτουργούσε και μέχρι το 1821 φαίνεται πως φιλοξενουσε μεγάλο αριθμό μοναχών – το 1739 ο άγγλος περιηγητής Πόκοκ αναφέρει 100 μοναχές από τις οποίες οι 60 ήταν δόκιμες. Στο μοναστήρι κατέφευγαν σύμφωνα με τον Πόκοκ κυρίως χήρες και γυναίκες μεγάλης ηλικίας. Ζούσαν η κάθε μια στο δικό της κελλί, με τα χρήματα που κέρδιζαν από την εργασία τους.
Στην επανάσταση του 1821 ύστερα από επιδρομή των Τούρκων οι μοναχές κατεσφάγησαν και το μοναστήρι καταστράφηκε ολοσχερώς. Οι μοναχές κατάφεραν να διασώσουν πολύτιμες πληροφορίες και ντοκουμέντα για την ιστορία της μονής. Ένα από αυτά, είναι η αφήγηση του Βασίλη Σιγανάκη:
«Εγω ήμουνα 17 χρονώ και σαν εκαταστράφηκε το Μοναστήρι εκατέβηκα να το δω είντα απογίνηκε και θωρώ και ήτανε τα κελλιά καημένα και σφαμένες τσοι καλόγριες και χαλώ το κοιμητήριο από τη μέση και εκατέβασα με τα χέρια μου 20 καλόγριες μέσα αντί να τσοι βάλω εις τσοι τάφους. Τσοι εκατέβασα εκειδά γιατί δεν εμπόρουνα εμοναχός μου αλλιώς να τσοι θάψω. Υστερα έμεινε έρημο το μοναστήρι και ακατοίκητο, όσες καλόγριες εμπορούσανε να φύγουνε εφύγανε, διότι ήτονε ίσαμε 300 καλόγριες».
Προσπάθεια ανασυγκρότησης της μονής άρχισε πάλι κατά την επανάσταση του 1866 – 1869. Η Μονή ανακαινίσθηκε και συνέβαλε στην εξέλιξη των επαναστατικών κινημάτων ως κέντρο επαναστατικής δράσης, ακμάζουσα ιδιαίτερα το 1896 -97 όπου αποτέλεσε σταθμό των επαναστατών, πολλοί από τους οποίους έχουν θαφτεί μέσα στη Μονή. «Όταν οι επαναστάται εις Προφήτην Ηλίαν είχαν ανάγκην από πολεμοφόδια τους τα μετέφεραν οι καλόγριες μαζί με άλλες γυναίκες εις τους ώμους των». Τόσο μεγάλη είναι η προσφορά της Μονής στην απελευθέρωση του τόπου μας. Το Μοναστήρι κινδύνευσε και πάλι να καεί από τους Τούρκους το 1897, ενώ την εποχή της Κρητικής Αυτονομίας έγινε ένα από τα μεγαλύτερα προσκυνήματα και μοναστήρια της Κρήτης. Με τη βοήθεια της συζύγου του άγγλου Πρέσβη ιδρύθηκε σχολή εργοχείρων. Στην τέχνη αυτή των κεντημάτων και των εργοχείρων στηρίχτηκε η αίγλη της Μονής τον 20 αιώνα. Αναφέρεται ότι εντός της Μονής διδάχθηκαν 600 κορίτσια την τέχνη του κοπανελιού.
Το 1941 και πάλι η Μονή βοήθησε την πατρίδα. Οι καλογριές περιέθαλπταν Ελληνες και Αγγλους μαχητές, πρόσφεραν τροφή σε καταδιωκόμενους κι όλα αυτά υπό την απειλή των γερμανών που σε καθημερινή βάση επιτηρούσαν το Μοναστήρι.
Μέχρι σήμερα, οι λίγες μοναχές που απέμειναν συνεχίζουν την τέχνη τους, προσδοκώντας ένα πενιχρό εισόδημα. Τα φημισμένα για την τελειότητα έργα τους εκτίθενται σε ειδικό εκθετήριο κοντά στην είσοδο της Μονής, ενώ τα κειμήλιά της εκτίθενται στο μικρό μουσείο.
Το καθολικό που σήμερα αναστηλώνεται, είναι δίκλιτο και βρίσκεται περίπου στο κέντρο του επιμήκους μοναστηριακού περιβόλου. Το αριστερό κλίτος είναι αφιερωμένο στον Αγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο που γιορτάζει στις 29 Αυγούστου και το άλλο στον Αγιο Γεώργιο. Ο Ναός έχει υποστεί αλλεπάληλες επεκτάσεις – παρεμβάσεις που αλλοίωσαν την αρχική του μορφή. Η παλαιότερη εικόνα του ναού είναι «Η Κοίμηση της Θεοτόκου» έργο του 17ου αιώνα επιζωγραφισμένο το 1832. Ο Ν. Ψιλάκης, από το βιβλίο του οποίου «Μοναστήρια και Ερημητήρια της Κρήτης» πήραμε τις παραπάνω πληροφορίες, αναφέρει ως εντυπωσιακό φαινόμενο τις στέρνες της Μονής, 25 τον αριθμό στις οποίες διοχετεύονται τα όμβρια ύδατα από τις στέγες των κελλιών, τα οποία παλιά,καθώς το Ακρωτήρι ήταν άνυδρο, χρησιμοποιούσαν για τις αρδευτικές και υδρευτικές τους ανάγκες. Οι στέρνες του Ακρωτηρίου αποτελούν, κατά τον Ψιλάκη, αληθινά μνημεία του τόπου!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου